Α.Γ Καλλής: Ένας Νεμεάτης Οδυσσέας από το Ριζοβούνι Πρεβέζης
Αποχαιρετώντας τον Αχιλλέα Παπαγεωργίου
Στην πλατεία Ηρώων της Νεμέας, στην αριστερή πλευρά καθώς προσεγγίζεις το μνημείο, δεσπόζει μια εμβληματική ταμπέλα πού περιγράφει εν τάχει την ιστορία μιας οικογένειας.
Η ταμπέλα αυτή γράφει με κεφαλαία γράμματα: “ΧΗΜΕΙΟΝ ΟΙΝΟΛΟΓΙΚΟΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΝ” η οποία βρίσκεται έναντι της άλλοτε κραταιάς Αγροτικής Τραπέζης της Νεμέας.
Μια εμβληματική ταμπέλα που παραπέμπει σ ένα εμβληματικό όνομα, σ ένα εμβληματικό πρόσωπο,τον Γεωπόνο – Οινολογο Αχιλλέα Παπαγεωργίου.
Μια ιστορία διάρκειας (51) πενήντα ενός χρόνων έως τα σήμερα,άμεσα συνδεδεμένη με την οινολογική ιστορία τής Νεμέας,αλλά και με την ιστορία μιας προσφιλούς μας οικογένειας,της οικογένειας Παπαγεωργίου, όπου ο πατέρας Αχιλλέας και ο γιός Φραγκίσκος,με όπλο την επιστημονική τους κατάρτιση στόχευσαν στην ανάδειξη ενός μοναδικού προϊόντος τού Αγιωργιτικου οίνου,και στην ανάπτυξη τής περιοχής τής Νεμέας που αγάπησαν και αγαπούν κάνοντας την πατρίδα τους.
Κι αυτό πραγματικά είναι συγκινητικό, γιατί δεν γεννήθηκαν εδώ, αλλά επέλεξαν να είναι εδώ συνδέοντας την ζωή τους με την ιστορία και την αγωνία ενός τόπου για ένα καλύτερο μέλλον.
Σήμερα , Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025, αποχαιρετούμε τον Αχιλλέα Παπαγεωργίου πού πήρε το δρόμο για το μεγάλο ταξίδι του επαναπροσδιορισμού τής ψυχής στο πεδίο τής αιώνιας ζωής.
Σήμερα, αποχαιρετούμε έναν οραματιστή,έναν κοσμοκαλόγερο ,στο βωμό τής επιστήμης,της οικογένειας, τής προσφοράς, τής δοτικοτητας,της ανθρωπιάς,και της στοχοπροσυλωσης με όχημα τις αρχές και τις αξίες ανθρώπων που δεν σκέπτονται το προσωπικό τους κόστος μπροστά στο συλλογικό όφελος,στο κοινό καλό πού οδηγεί την κοινωνία σε ένα άλλο επίπεδο, όπου κυριαρχεί η αλληλεγγύη και ο σεβασμός τού κάθε ανθρώπου πέρα από την ταξική ή κοινωνική θέση στο γίγνεσθαι τής ιστορίας.
Γεννήθηκε στις 28-11-1942 στο Ριζοβούνι, χωριό τής Ηπείρου του νομού Πρεβέζης από μια αγροτική οικογένεια (πενταμελής στον αριθμό)πού έδινε μάχη επιβίωσης σ εκείνα τα δύσκολα χρόνια.
Γονείς του ήταν ο Περικλής Παπαγεωργίου (εκ τών ηρωικών πολεμιστών τής πρώτης γραμμής του 1940) και η δυναμική ,ευχαρις και καλοσυνάτη Παναγιώτα .
Αδέρφια του οι μικρότεροι Σωτήρης και Νικηφορος πού τούς είχε πάντα υπό την επίβλεψη του.
Οι γονείς του από νωρίς ξενιτεύτηκαν στην Γερμανία για να βοηθήσουν τα παιδιά τους ,όπως αντίστοιχα και ο Αχιλλέας ως φοιτητής Γεωπονικού Αθηνών δούλευε παράλληλα με τις σπουδές του ,για να στηρίξει τα αδέρφια του Σωτήρη, φοιτητή Ιατρικής Αθηνών,και Νικηφόρο,φοιτητή στο Μαθηματικό Αθηνών αντίστοιχα.
Μένουν και οι τρεις σ ένα υπόγειο στην Κυψέλη, αγαπημένοι και δυναμικοί έχοντας ένα στόχο,να καταφέρουν να σταδιοδρομήσουν.
Και τα καταφέρνουν χωρίς ποτέ να ξεχάσουν από που ξεκίνησαν.
Τότε είναι πού γνωρίζει την γυναίκα του ,την Κα Κούλα,σ εκείνα τα πέτρινα χρόνια πού τού στέκεται ως βράχος σε όλη την πορεία της ζωής του ανασταίνοντας μια όμορφη οικογένεια με τεράστιες δυσκολίες ,μια και η εργασία του τον ήθελε πολλές φορές μακριά σαν έναν πολεμιστή ταγμένο σ έναν αγώνα αποφυγής τών δυσκολιών που βίωσε ως παιδί.
Δουλεύει σε Οινολογικό εργαστήριο στην Αθήνα, σ εκείνο του Μπάση, ως φοιτητής ακόμη.
Διακρίνεται λόγω της επιμέλειας του και ο προϊστάμενός του ,πού τον εκτιμάει και τον εμπιστεύεται,του προτείνει να ανοίξουν ένα εργαστήριο στην Νεμέα.
Έρχεται λοιπόν στην Νεμέα με ένα παλιό μηχανάκι το 1964 και ανασταινει το εργαστήριο για 2 με 3 χρόνια.
Μετά όμως , αναγκαστικά φεύγει για φαντάρος,και γυρνάει στην Νεμέα μετά το πέρας τών στρατιωτικών του υποχρεώσεων,ανοίγοντας το δικό του Οινολογικό εργαστήριο.
Η αρχή ήταν δύσκολη,αλλά εκείνος είχε ζήσει στα δύσκολα και ήξερε.
Με το παλιό του μηχανάκι οργώνει την περιοχή Κορινθίας και Άργους και σε λίγο καιρό η
“μηχανή” παίρνει εμπρός κι έτσι ανοίγει ο ίδιος το δεύτερο εργαστήριο στην οδό Σοφοκλέους στην Αθήνα,στο κέντρο, κοντά στο χρηματιστήριο, όπου υπήρχαν πολλές τότε παραδοσιακές ταβέρνες που έφτιαχναν το δικό τους κρασί από μούστο.
Εκεί, η Κα Κούλα δίνει μια ακόμη μάχη κρατώντας το εργαστήριο των Αθηνών και μεγαλώνοντας συγχρόνως τα παιδιά που ζούσαν μέσα σ αυτό το χώρο εργασίας, βοηθώντας με τις μικρές τους δυνάμεις στην εξέλιξη τής οικογένειας.
Το εργαστήριο αυτό έκανε την πορεία του για κάποια χρόνια μέχρις ότου οι ταβέρνες έπαψαν να φτιάχνουν δικό τους κρασί και άρχισαν να προτιμούν το έτοιμο που προμηθεύονταν από οινοποιία τής περιφέρειας.
Τότε επικεντρώνεται στο εργαστήριο της Νεμέας και επεκτείνει το αντικείμενο του κάνοντας σχέδια βελτίωσης ( ήταν ο πρώτος στην Νεμέα που άνοιξε τον δρόμο στον τομέα αυτό).
Παράλληλα είναι ανταποκριτής τού ΟΓΑ,πού ως εκτιμητής βοήθησε τα μέγιστα την περιοχή τής Νεμέας.
Η Ζωή του μοιράστηκε ανάμεσα στην Νεμέα και την Αθήνα,μέρες ολόκληρες,χρόνια ατελείωτα σε μια πολλές φορές μοναχική πορεία με ένα μονάχα στόχο,το καλύτερο όχι μόνο για την οικογένειά του ,αλλά για όλον τον κόσμο,πού τον έβλεπε μέσα από εκείνα τα δύσκολα χρόνια που ήταν παιδί και είχε μάθει να βοηθάει,να προσφέρει,να δίνει,να αγωνίζεται,να μην ξέρει να λέει όχι ,να εστιάζει στον αδύναμο οικονομικά,να παίρνει δύσκολες και επιζήμιες αποφάσεις ακόμη κι αν ήξερε ότι θα υπέφερε ο ίδιος και η οικογένειά του.
Φως εκ τού φωτός λοιπόν,στην λεωφόρο της Ζωής για 83 χρόνια ανάμεσα σε Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες,σε χαμένες Άνοιξες,και Ρόδινα ακρογιαλιά,μέσα σε μια υπερταχεια,πού αδυνατείς πολλές φορές να απολαύσεις το τοπίο,πού οι στάσεις γίνονται αφετηρίες,και οι αφετηρίες στάσεις,πού η νύχτα εναλλάσσεται με τη μέρα ,σε ρόλους όπου ο χρόνος γίνεται άχρονη αναζήτηση ενός πρέπει,ενός όταν,ενός καλού λόγου μιας ανάμνησης,μιας αποστολής που σου έχει ανατεθεί από μια ανώτερη δύναμη.
Κι αν κάποιος ρωτήσει πώς ο Αχιλλέας απ’ την Πρέβεζα δένει το πλοίο του στο λιμάνι της Νεμέας για πάντα,
ο γιος του απαντάει με ένα παιδικό παράπονο που υποδηλώνει την μεγάλη αγάπη στον πατέρα του:
” Μα αφού εδώ έζησε τη ζωή του…
Μα αφού εδώ είναι η ζωή του”
Καλό ταξίδι Αχιλλέα
Νεμεάτη Αχιλλέα
Σ ευχαριστούμε για όλα

